Σχετικά Με

/
Οχυρά Ρούπελ

Η μάχη των  Οχυρών

Λέγοντας Μάχη των Οχυρών, εννοούμε τον τετραήμερο εκείνο σκληρό, άνισο και επικό αγώνα 6-9 Απριλίου 1941, που έγινε στα Οχυρά, από τον ορεινό όγκο της Κερκίνης (Μπέλες) μέχρι το Νέστο ποταμό στη γραμμή των συνόρων, για την απόκρουση της γερμανικής επίθεσης, κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στη συνοριακή αυτή γραμμή, μεταξύ Ελλάδας και Βουλγαρίας, υπήρχαν 21 Οχυρά, που αποτελούσαν την οχυρωμένη τοποθεσία, τη γνωστή «Γραμμή Μεταξά» . Τα Οχυρά αυτά ήταν: Παπαδοπούλα (Ποποτλίβιτσα), Οχυρό (Ιστίμπεη), Σπανή Πέτρα (Κελκαγιά), Στήριγμα (Αρπαλούκι) και Παλιουριώνες, Ρούπελ Καρατάς, Κάλη, Περσέκ, Μπαμπαζώρα, Μαλιάγκα, Περιθώρι, Παρταλούσκα, Ντάσαβλη, Λίσσε, Πυραμοειδές, Καστίλο, Άγιος Νικόλαος, Μπαρτίσεβα, Εχίνος και Νυμφαία. Ο Χίτλερ, από το Νοέμβριο του 1940, είχε αποφασίσει να επιτεθεί εναντίον της Ελλάδας. Στις 18 Δεκεμβρίου εξέδωσε τις κατευθύνσεις του για την επιχείρηση «Μπαρμπαρόσα», που αφορούσε σε επίθεση εναντίον της Ρωσίας μετά την κατάληψη της Ελλάδας. Το Μάρτιο του 1941 η Βουλγαρία προσχώρησε στον Άξονα Γερμανίας – Ιταλίας – Ιαπωνίας με τη δελεαστική υπόσχεση ότι θα της παραχωρούνταν ολόκληρη η Ανατολική Μακεδονία και η Δυτική Θράκη. Στις 2 Μαρτίου 1941 η 12η Γερμανική Στρατιά άρχισε να εισέρχεται στο Βουλγαρικό έδαφος και στις 9 Μαρτίου οι εμπροσθοφυλακές των προκεχωρημένων Μεραρχιών είχαν φθάσει στα ελληνοβουλγαρικά σύνορα. 

Το σύνολο των γερμανικών δυνάμεων, που διατέθηκαν εναντίον της Ελλάδας, ήταν: 3 Τεθωρακισμένες Μεραρχίες, 2 Ορεινές, 4 Πεδινές και 1 Εφεδρική, 2 ανεξάρτητα ενισχυμένα επίλεκτα Συντάγματα 2 και 3 Στρατηγεία Σωμάτων Στρατού με τις ανάλογες Μονάδες Διοικητικής Μέριμνας. Από πλευράς Αεροπορίας διατέθηκαν 650 αεροσκάφη (βομβαρδιστικά, κάθετης εφόρμησης (Στούκας) – δίωξης, αναγνώρισης κ.λ.π.). Η Ελλάδα παρέταξε 5 Μεραρχίες, από τις οποίες 2 με «περιμαζεύματα τέως συνοριακών τομέων» (κατά Καθενιώτη), 1 με υπερήλικες και 2 με απειροπολέμους. Συγκεκριμένα, η εμπόλεμη δύναμη των Οχυρών ήταν: 329 Αξιωματικοί και 9.740 Οπλίτες (συνολικά 10.069), ωστόσο, η τοποθετημένη δύναμη στις 6 Απριλίου 1941 ήταν 5.630 άνδρες. Από τις 05:15 της 6ης Απριλίου, ημέρα Κυριακή, χωρίς να τηρηθούν τα συνήθη διπλωματικά έθιμα του τελεσιγράφου και της παροχής προθεσμίας για απάντηση, τα γερμανικά στρατεύματα εισέβαλαν ταυτόχρονα στο ελληνικό έδαφος και στη Νότια Γιουγκοσλαβία. (Επιχείρηση «ΜΑΡΙΤΑ»). Η κύρια προσπάθεια των Γερμανών εκδηλώθηκε προς τα οχυρά της τοποθεσίας Κερκίνης και Αγκίστρου και ειδικότερα εναντίον του οχυρού Ρούπελ, ενώ ανατολικότερα, στο υψίπεδο Νευροκοπίου και στη Δυτική Θράκη, η γερμανική επίθεση ήταν μικρότερης έντασης.

Ο αγώνας που επακολούθησε δεν επέτρεψε στις γερμανικές δυνάμεις να διασπάσουν την οχυρωμένη τοποθεσία. Ωστόσο, η γρήγορη κατάρρευση της γιουγκοσλαβικής αντίστασης, από την πρώτη κιόλας ημέρα, ιδιαίτερα στην περιοχή της κοιλάδας του Αξιού ποταμού και η ανυπαρξία διαθέσιμων δυνάμεων, για την κάλυψη του αριστερού πλευρού της οχυρωμένης τοποθεσίας, έδωσε την ευκαιρία και τη δυνατότητα στη 2η Τεθωρακισμένη Μεραρχία να εισβάλλει στο ελληνικό έδαφος διαμέσου των κοιλάδων του Στρούμνιτσα ποταμού και του Αξιού. Τα περισσότερα οχυρά, που παρέμεναν απόρθητα, παραδόθηκαν στις 10 Απριλίου, μετά την υπογραφή του σχετικού Πρωτοκόλλου (9 Απριλίου 1941).

 

Οχυρό  Μαλιάγκα

Η Μαλιάγκα ήταν ένα από τα οχυρά της οχυρωμένης τοποθεσίας παράλληλα των ελληνοβουλγαρικών συνόρων που είναι γνωστή με το όνομα Γραμμή Μεταξά. Βρισκόταν στα βόρεια αντειρείσματα του ομώνυμου υψώματος, βόρεια της κωμόπολης του Περιθωρίου.

 Οι οχυρώσεις του αποτελούνταν από τρία συγκροτήματα και ενός μεμονωμένου πολυβολείου στο ύψωμα 940 μεταξύ του οχυρού και του οχυρού Περιθώρι. Οι υπόγειες στοές έφταναν τα 1227 μέτρα. Τα επιφανειακά του έργα ήταν, 12 απλά και 13 διπλά πολυβολεία, 1 σύνθετο πολυβολείο-παρατηρητήριο, 1 σύνθετο πολυβολείο-οπτικό, 1 αντιαρματικό πυροβολείο, 2 ολμοβολεία, 7 παρατηρητήρια, 1 πυροβολείο, 5 απλές εξόδους, 1 έξοδο με παρατηρητήριο και 2 εξόδους με πολυβόλα.

Οπλισμός:  Ο οπλισμός του αποτελείτο από 2 πυροβόλα, 2 όλμους των 81mm, 42 πολυβόλα, 8 οπλοπολυβόλα, 26 βομβιδοβόλα

Φρουρά:  19 αξιωματικούς και 587 υπαξιωματικούς και οπλίτες

Διοικητής του κατά την περίοδο της γερμανικής επίθεσης διατέλεσε ο Λοχαγός Θεοδωρόπουλος Ευστάθιος.

Η επίθεση των Γερμανών στο οχυρό ξεκίνησε στις 6 Απριλίου του 1941 στις 05:00 τα χαράματα. Πριν από μερικές ημέρες, 200 με 250 άντρες είχαν σταλεί στο αλβανικό μέτωπο όπου σημειωνόταν η ισχυρή ιταλική επίθεση του Μαρτίου του 1941.

Στρατεύματα του 125ου συντάγματος του γερμανικού στρατού πολεμούσαν επί πέντε ημέρες για την κατάκτηση του οχυρού, ανεπιτυχώς. Το οχυρό δεν έπεσε ποτέ. Το βράδυ της πέμπτης ημέρας οι Έλληνες έφυγαν από το οχυρό χωρίς να γίνουν αντιληπτοί από τους εχθρούς, καθώς έτσι διατάχθηκαν από τη Διοίκηση του Ελληνικού Στρατού ενώ την προηγουμένη είχε υπάρξει συνάντηση με τους Γερμανούς οι οποίοι ζητούσαν την παράδοση τους.

Ο Θεοδωρόπουλος με άνδρες του Γερμανικού στρατού που του ζητούσαν παράδοση

Ο διοικητής του οχυρού Περιθώρι, Λοχαγός Δαράτος, με τον διοικητή του 1/266 γερμανικού τάγματος, Ανχη Χέμπεργκερ.

Οχυρό Περιθώρι

Οχυρώσεις:  Οι οχυρώσεις του αποτελούνταν από τρία συγκροτήματα, με υπόγειες στοές που έφταναν τα 485 μέτρα. Τα επιφανειακά του έργα ήταν, 7 απλά και 4 διπλά πολυβολεία, 1 σύνθετο διπλό πολυβολείο-αντιαρματικό πυροβολείο, 2 αντιαρματικά πυροβολεία, 2 ολμοβολεία, 3 παρατηρητήρια, 1 τριπλό βομβιδοβολείο, 1 έξοδο με παρατηρητήριο, 1 έξοδο με πολυβόλο και 2 απλές εξόδους.

Οπλισμός:  Ο οπλισμός του αποτελείτο από 3 αντιαρματικά των 37mm, 2 όλμους των 81mm, 18 πολυβόλα, 3 οπλοπολυβόλα, 10 βομβιδοβόλα

Φρουρά:  7 αξιωματικούς και 249 υπαξιωματικούς και οπλίτες

 

Το Οχυρό Περιθώρι δέχθηκε ίσως τα περισσότερα πυρά την πρώτη μέρα της Γερμανικής επίθεσης οι οποίοι κατέστρεψαν τα εξωτερικά πολυβολεία και ετοιμάστηκαν για την κατάληψη του. Ο λοχαγός Σπύρος Δαράτος πήρε την παράτολμη απόφαση να εξοπλίσει το βοηθητικό προσωπικό ( νοσοκόμες και μάγειρες) και προκάλεσε γενική συσκότιση.  Οι γερμανοί εισήλθαν στο οχυρό πιστεύοντας ότι είχε εγκαταλειφθεί. Ο αγώνας παίρνει δραματική μορφή καθώς οι συνεχείς πολυβολισμοί οι εκρήξεις χειροβομβίδων και οι κραυγές των τραυματιζόμενων και νεκρών Γερμανών δίνουν εικόνα κόλασης. Μετά από δύο ώρες περίπου δεν έμεινε κανείς Γερμανός ζωντανός. Το οχυρό θα παραδοθεί στις 10 Απριλίου συντεταγμένα μετά την συνθηκολόγηση της Θεσσαλονίκης.

 

Οχυρώσεις:  Οι οχυρώσεις του αποτελούνταν από τρία συγκροτήματα, με υπόγειες στοές που έφταναν τα 485 μέτρα. Τα επιφανειακά του έργα ήταν, 7 απλά και 4 διπλά πολυβολεία, 1 σύνθετο διπλό πολυβολείο-αντιαρματικό πυροβολείο, 2 αντιαρματικά πυροβολεία, 2 ολμοβολεία, 3 παρατηρητήρια, 1 τριπλό βομβιδοβολείο, 1 έξοδο με παρατηρητήριο, 1 έξοδο με πολυβόλο και 2 απλές εξόδους.

Οπλισμός:  Ο οπλισμός του αποτελείτο από 3 αντιαρματικά των 37mm, 2 όλμους των 81mm, 18 πολυβόλα, 3 οπλοπολυβόλα, 10 βομβιδοβόλα

Φρουρά:  7 αξιωματικούς και 249 υπαξιωματικούς και οπλίτες

 

Το Οχυρό Περιθώρι δέχθηκε ίσως τα περισσότερα πυρά την πρώτη μέρα της Γερμανικής επίθεσης οι οποίοι κατέστρεψαν τα εξωτερικά πολυβολεία και ετοιμάστηκαν για την κατάληψη του. Ο λοχαγός Σπύρος Δαράτος πήρε την παράτολμη απόφαση να εξοπλίσει το βοηθητικό προσωπικό ( νοσοκόμες και μάγειρες) και προκάλεσε γενική συσκότιση.  Οι γερμανοί εισήλθαν στο οχυρό πιστεύοντας ότι είχε εγκαταλειφθεί. Ο αγώνας παίρνει δραματική μορφή καθώς οι συνεχείς πολυβολισμοί οι εκρήξεις χειροβομβίδων και οι κραυγές των τραυματιζόμενων και νεκρών Γερμανών δίνουν εικόνα κόλασης. Μετά από δύο ώρες περίπου δεν έμεινε κανείς Γερμανός ζωντανός. Το οχυρό θα παραδοθεί στις 10 Απριλίου συντεταγμένα μετά την συνθηκολόγηση της Θεσσαλονίκης.

Οχυρό Παρταλούσκα

Τοποθεσία:  Το οχυρό βρισκόταν στις νοτιοανατολικές πλαγιές του ομώνυμου υψώματος, 1.5 χιλ νοτιοανατολικά της κωμόπολης του Περιθωρίου.

Ιστορικά στοιχεία:

Κατασκευή:

Οχυρώσεις:  Οι οχυρώσεις του αποτελούνταν από ένα συγκρότημα, με υπόγειες στοές που έφταναν τα 190 μέτρα. Τα επιφανειακά του έργα ήταν, 3 απλά και 2 διπλά πολυβολεία, 1 διπλό αντιαρματικό πυροβολείο, 1 σύνθετο αντιαρματικό πυροβολείο-προβολέα, 2 παρατηρητήρια και 1 έξοδο με πολυβόλο.

Οπλισμός:  Ο οπλισμός του αποτελείτο από 3 αντιαρματικά των 37mm, 8 πολυβόλα.

Φρουρά:  7 αξιωματικούς και 350 υπαξιωματικούς και οπλίτες. Μια διμοιρία από αυτούς ήταν αναπτυγμένη εκτός του οχυρού

 

Η αποστολή του ήταν κυρίως αντιαρματική, για την απαγόρευση διείσδυσης αρμάτων προς Κάτω Βροντού. Είχε άμεση συνεργασία με το Ντάσαβλη, Περιθώρι, «Χελώνη» του Λίσσε και του ειδικού αντιαρματικού έργου Παρταλούσκα – Κρέστη. Περιλάμβανε τρία απλά, δύο διπλά πολυβολεία, ένα διπλό αντιαρματικό, ένα σύνθετο αντιαρματικό – προβολέας, δύο παρατηρητήρια και μία έξοδο με πολυβόλο. Τα καταφύγια του είχαν ανάπτυγμα 187 μέτρα και οι στοές 190 μέτρα. Η αντοχή του ήταν σε μεμονωμένες βολές 220 χιλιοστών. Διοικητής ήταν ο λοχαγός πεζικού Δρακουλαράκος Σταύρος και η δύναμη του ήταν 4 αξκοί και 124 οπλίτες . Κατά την πρώτη ημέρα των επιχειρήσεων η δράση του εχθρού εναντίον του, περιορίσθηκε μόνο στην δράση μικρών περιπόλων αναγνωρίσεως. Την δεύτερη μέρα Γερμανική μονάδα κατόπιν σκληρού αγώνα κατάφερε να καταλάβει το ύψωμα Κρέστη και από εκεί να εξαπολύσει επίθεση εναντίον της διμοιρίας εκτός του οχυρού Παρταλούσκα.

Η διμοιρία απέκρουσε με επιτυχία την επίθεση και εκτελώντας αντεπίθεση εκδίωξε τους Γερμανούς, συλλαμβάνοντας πέντε αιχμαλώτους, από τους οποίους ο ένας αξιωματικός καθώς και ένα σταθμό ασυρμάτου. Άλλη επίθεση την ημέρα αυτή δεν δέχθηκε εκτός από πυρά πυροβολικού. Κατά την διάρκεια της τρίτης ημέρας, 8 Απριλίου, οι Γερμανοί προσπάθησαν να υπερκεράσουν το Ντάσαβλη, επωφελούμενοι από την ομίχλη και την θαμνώδη περιοχή, όμως οι προσπάθειές τους ναυάγησαν από τα πυρά του Λίσσε και της Παρταλούσκας.

Από τις 6 το πρωί οι επιθέσεις εναντίον του Περιθωρίου συνεχίζονται και καθηλώνονται από την Διμοιρία. Την 12.45΄ το Περιθώρι, ύψωμα Σύλλας και η Μαλιάγκα, βάλλονται από σφοδρά πυρά πυροβολικού και περί την 14.00΄, δύο Συντάγματα πεζικού επιτίθενται στις θέσεις αυτές από την περιοχή Δασωτού. Μετά από τρίωρο αγώνα καθηλώνονται και πάλι χωρίς να κανένα αποτέλεσμα.Τις απογευματινές ώρες η επίθεση επεκτείνεται προς το αντιαρματικό έργο Παρταλούσκα – Κρέστη και αποκρούεται από τα συνδυασμένα πυρά των Παρταλούσκα και Ντάσαβλη. Μέχρι την 21.30΄ επακολούθησε ηρεμία η οποία διακόπηκε από πυρά που διάρκησαν και μετά τα μεσάνυκτα. Κατά την διάρκεια της νύκτας εχθρικό τάγμα διεισδύει μεταξύ των οχυρών Περιθώρι και Παρταλούσκα, ανατρέπει ομάδα πολυβόλων στο ύψωμα Κουρή και προσβάλλει τις πυροβολαρχίες έξι δακτύλων των οποίων οι υπηρέτες αποσύρθηκαν περί την 09.00΄ της 9ης Απριλίου. Οργανώνεται τμήμα αντεπίθεσης από δύο διμοιρίες υπό τον Λοχαγό πυροβολικού Δούρο και εκτοξεύεται περί την 13.30΄. Η αντεπίθεση έγινε με πρωτοφανή ενθουσιασμό και αυτοθυσία και είχε ως αποτέλεσμα την ανατροπή του Γερμανικού τάγματος, την σύλληψη 102 αιχμαλώτων, ανάμεσά τους και του διοικητού του τάγματος και τον εγκλεισμό τους στο οχυρό Παρταλούσκα. Η συνθηκολόγηση που ακολούθησε βρήκε το οχυρό άθικτο.

Οχυρό  Ντάσαβλη

Οχυρώσεις:  Οι οχυρώσεις του αποτελούνταν από ένα συγκρότημα, με υπόγειες στοές που έφταναν τα 125 μέτρα. Τα επιφανειακά του έργα ήταν, 1 σύνθετο διπλό πολυβολείο-αντιαρματικό πυροβολείο, 1 σύνθετο διπλό πολυβολείο-αντιαρματικό πυροβολείο-παρατηρητήριο και 1 έξοδο με πολυβόλο.

Οπλισμός:  Ο οπλισμός του αποτελείτο από 2 αντιαρματικά των 37mm, 5 πολυβόλα

Φρουρά:  4 αξιωματικούς και 83 υπαξιωματικούς και οπλίτες

 

Την νύκτα 6-7 Απριλίου εχθρικό τμήμα εισέβαλε σε διάδρομο μεταξύ του Λίσσε και στο οχυρό Περιθώρι και περί την 10.00΄ με την συνδρομή αρμάτων και υπό πυκνή ομίχλη προσπάθησε να καταλάβει το Ντάσαβλη, αλλά αποκρούσθηκε με σημαντικές απώλειες. Μετά την διάλυση της ομίχλης και επί τριάντα λεπτά βομβαρδίζονται σφοδρώς Λίσσε και Ντάσαβλη χωρίς κανένα αξιόλογο αποτέλεσμα, ενώ από τα εύστοχα πυρά των δύο οχυρών δύο εχθρικές πυροβολαρχίες έμειναν εγκαταλειμμένες για πάνω από 24 ώρες. Καμία άλλη ενέργεια εναντίον του δεν αναφέρεται μέχρις πέρατος των επιχειρήσεων.

Οχυρό  ΛΙΣΣΕ

Οχυρώσεις:  Οι οχυρώσεις του αποτελούνταν από τέσσερα συγκροτήματα γύρω από το ύψωμα, με υπόγειες στοές που έφταναν τα 950 μέτρα. Τα επιφανειακά του έργα ήταν, 10 απλά και 5 διπλά πολυβολεία, 1 σύνθετο πολυβολείο-αντιαρματικό πυροβολείο, 2 αντιαρματικά πυροβολεία, 1 σύνθετο αντιαρματικό πυροβολείο-οπτικό, 2 ολμοβολεία, 3 πυροβολεία, 8 παρατηρητήρια, 7 απλές εξόδους, 1 έξοδο με πολυβόλο, μια έξοδο με προβολέα και 3 διπλά βομβιδοβολεία.

Οπλισμός:  Ο οπλισμός του αποτελείτο από 3 πυροβόλα των 75mm, 3 αντιαρματικά των 37mm, 1 αντιαεροπορικό των 20mm, 2 όλμους των 81mm, 22 πολυβόλα, 11 οπλοπολυβόλα, 9 βομβιδοβόλα

Φρουρά:  12 αξιωματικούς και 457 υπαξιωματικούς και οπλίτες.

 

Το Λίσσε κατασκευάστηκε την περίοδο 1936-1940, σε στρατηγική θέση στην οποία προϋπήρχε Οχυρό Ανασχέσεως του Α’ Π.Π. και τμήμα του εντάχθηκε στη νέα οχύρωση. Αποτελείται από δέκα υπόγεια συγκροτήματα και κύρια αποστολή του είχε να αποτρέψει την εχθρική κάθοδο προς την ενδοχώρα. Είναι το μεγαλύτερο οχυρό της «Γραμμής Μεταξά», από τα έξι της περιοχής (Μαλιάγκα, Περιθώρι, Παρταλούσκα, Λίσσε Ντάσαβλη, Πυραμιδοειδές) και λόγω της στρατηγικής του θέσης και της ισχυρής του οχύρωσης θυμίζει κυριολεκτικά… σύγχρονο «αεροπλανοφόρο» στη «θάλασσα» του οροπεδίου.

Στη διάρκεια της γερμανικής εισβολής στην Ελλάδα και της «Μάχης των Οχυρών» (6-10/4/1941), το Λίσσε δέχτηκε τη λυσσαλέα επίθεση του εχθρού, που αν και οι δυνάμεις του έφτασαν έως τα πρώτα σπίτια του χωριού Οχυρό που βρίσκεται χτισμένο στους πρόποδες του λόφου «731», δεν κατάφεραν να το «αλώσουν», παρά τις σοβαρές απώλειες. Ο συνδυασμός πυρών του Λίσσε και των παρακείμενων οχυρών «ναυάγησε» τα γερμανικά σχέδια για γρήγορη κάθοδο προς Δράμα και Σέρρες, ενώ το αντιαεροπορικό του συγκροτήματος κατέρριψε βομβαρδιστικό τύπου Dornier, του οποίου το πλήρωμα στη συνέχεια αιχμαλωτίστηκε. Το Λίσσε, όπως και τα υπόλοιπα οχυρά του Κάτω Νευροκοπίου, παραδόθηκε στους Γερμανούς στις 10/4/1941 και αφού η Θεσσαλονίκη είχε καταληφθεί από τον εχθρό και είχε υπογραφεί Συνθηκολόγηση. Στο λιτό ηρώο του συγκροτήματος αναγράφονται τα ονόματα των 22 πεσόντων αξιωματικών και οπλιτών, που σκοτώθηκαν στη διάρκεια των εχθροπραξιών.

Οχυρό Πυραμιδοειδές

Οχυρώσεις:  Οι οχυρώσεις του αποτελούνταν από ένα συγκρότημα και δύο μεμονωμένα έργα, με υπόγειες στοές που έφταναν τα 620 μέτρα. Τα επιφανειακά του έργα ήταν, 4 απλά και 3 διπλά πολυβολεία, 1 σύνθετο πολυβολείο-προβολέα, 2 αντιαρματικά πυροβολεία, 3 παρατηρητήρια, 5 έξοδοι και 2 διπλά βομβιδοβολεία.

Οπλισμός:  Ο οπλισμός του αποτελείτο από 2 αντιαρματικά των 37mm, 3 όλμους των 81mm, 11 πολυβόλα, 6 οπλοπολυβόλα, 7 βομβιδοβόλα

Φρουρά:  4 αξιωματικούς και 176 υπαξιωματικούς και οπλίτες

 

Βρισκόταν στις ακραίες προσβάσεις Β.Δ του υψώματος Προφήτης Ηλίας, 2500 μέτρα Β.Δ. του χωρίου Γρανίτης και 3,5 χιλιόμετρα ανατολικώς του Λίσσε. Αποστολή του ήταν η απαγόρευση των οδεύσεων που συγκλίνουν μεταξύ των Λίσσε και Ουσόγια προς την έξοδο Γρανίτη. Αποτελούνταν από δύο στεγανά έργα με τέσσερα απλά, τρία διπλά πολυβολεία, ένα σύνθετο πολυβολείο – προβολέα, δύο αντιαρματικά, τρία παρατηρητήρια, πέντε εξόδους και δύο διπλά βομβιδοβολεία. Το ανάπτυγμα των καταφυγίων ήταν 250 μέτρα και οι στοές 620 μέτρα εντός συμπαγούς βράχου. Η αντοχή του σε βολές των 220 χιλιοστών. Διοικητής του ο λοχαγός Ρογκάκος Παναγιώτης. Κατά την διάρκεια των επιχειρήσεων συνδράμει με τα πυρά πολυβόλων αλλά και πυροβόλων τον αγώνα , κυρίως, του Λίσσε. Την 9/4 και περί ώραν 13.00΄γερμανικό όχημα με λευκή σημαία εμφανίζεται προ του οχυρού. Αποστέλλεται περίπολος και οδηγεί Γερμανό λοχαγό . του επιτελείου της 72ας Μεραρχίας, στο οχυρό, ανακοινώνει την συνθηκολόγηση στην Θεσσαλονίκη και ζητά την κατάπαυση πυρός.